1 Σεπ 2015


1 Σεπτεμβρίου 2015


Ανακοίνωση Πολιτικού Συμβουλίου Σοσιαλιστικού Κόμματος για τις προσεχείς Εθνικές Εκλογές

«Δεδομένων των συνθηκών, να συμβάλλουμε με τη ψήφο μας σε μια προοδευτική κατεύθυνση για τη χώρα και την ελληνική κοινωνία, για την ανάκτηση της πολιτικής ισοτιμίας της χώρας και την παραγωγική ανασυγκρότηση της.

Όχι στη διαιώνιση της πολιτικής και της οικονομικής κρίσης στη χώρα. Όχι στη στρατηγική του Νεοφιλελευθερισμού, της λιτότητας και της ενσωμάτωσης σε αυτές. Όχι στην εδραίωση των δυνάμεων που οδήγησαν σε διάλυση τη χώρα, στην κατάλυση της ισοτιμίας της και στην κατάπτωση της Πολιτικής

Η ταμπακέρα αφορά την εδραίωση και την ενσωμάτωση του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας, κύρια και καθοριστικά.»

Οι Εθνικές Εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου, διεξάγονται σε μια πολιτική, οικονομική και κοινωνική περίοδο που η χώρα και οι πολίτες εξακολουθούν να διέρχονται μεγάλη δοκιμασία και σε μια κοινωνική κατάσταση όπου η πλειοψηφία των πολιτών αναζητά λύση στο πρόβλημα της χώρας και έξοδο από την κρίση. Στο δε πολιτικό επίπεδο, πολίτες από ένα σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος είναι σε προβληματισμό σχετικά με την ανάγκη για την προοδευτική κατεύθυνση των εξελίξεων απέναντι στην ανασύνταξη της συντήρησης.

Ως Σοσιαλιστικό Κόμμα, αν και δε συμμετέχουμε στην παρούσα εκλογική αναμέτρηση, συνεχίζουμε να συμβάλλουμε ενεργά στην προεκλογική εκστρατεία  γνωρίζοντας ότι την επόμενη μέρα, η χώρα, η οικονομία και η κοινωνία θα πρέπει να συνεχίσουν την προσπάθεια για την έξοδο από την κρίση.

Χρειαζόμαστε μια προοδευτική λύση από το αποτέλεσμα των Εθνικών Εκλογών.

Μετά την εκλογική ετυμηγορία, χρειαζόμαστε επίσης, την ευρύτερη δυνατή συμπαράταξη του λαού και της νεολαίας. Επιδίωξη μας είναι να συνεχίσουμε να δρούμε προς την κατεύθυνση της δημιουργίας και της ανασυγκρότησης μιας Ελλάδας παραγωγικής, δίκαιης και δημοκρατικής, για να προωθήσουμε λύσεις και προοδευτικές επιλογές τόσο μέσα στη χώρα όσο και στην Ευρωζώνη συνολικά, που κυριαρχείται από αγοραίες και νεοφιλελεύθερες πολιτικές ηγεσίες που οδήγησαν στην περαιτέρω όξυνση της κρίσης στην Ε.Ε., υποσκάπτοντας τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, την προοπτική της Ευρωζώνης και το δημοκρατικό υπόβαθρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνολικά.

Δεν πρόκειται για εκλογές με εύκολες απαντήσεις. Αποτελούν μια σημαντική στιγμή στα πλαίσια μιας μεγαλύτερης και μακρόχρονης προσπάθειας της πλειοψηφίας των Ελλήνων πολιτών και των προοδευτικών δυνάμεων της χώρας, που ήδη διέρχεται τον έκτο χρόνο.

Ταυτόχρονα, είναι δεδομένο ότι οι εκλογές αυτές πραγματοποιούνται μέσα σε συνθήκες δυσπιστίας, ματαίωσης και κόπωσης λόγω τόσο της οικονομικής καταβαράθρωσης όσο και της κρίσης αντιπροσώπευσης, του κατακερματισμού μέρους των προοδευτικών δυνάμεων και της πολιτικής απαξίας λόγω και της κρίσης εμπιστοσύνης.

Η κρίση ηγεμονίας στην πολιτική σφαίρα είναι προφανής καθώς και η κρίση στρατηγικής στο πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό πεδίο έναντι της στρατηγικής του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας.

Το νεοφιλελεύθερο Διευθυντήριο της Ε.Ε. σε αγαστή συνεργασία με τις «πρόθυμες δυνάμεις» της κοινωνικό-οικονομικής διάλυσης με τα νεοφιλελεύθερα προγράμματα τους, όπως η νέα κοινωνική δεξιά του ΠΑΣΟΚ, του ΚΙ.ΔΗ.ΣΟ. και το Ποτάμι καθώς και η Ν.Δ., από τις επερχόμενες εκλογές επιδιώκουν μια Κυβέρνηση συνασπισμού που θα έχει τη μορφή είτε «μεγάλου συνασπισμού» είτε «συνασπισμού ορισμένης περιόδου», που από άποψη τακτικής θα επιχειρηθεί να αποτελέσει και το «πλυντήριο» για τις μέχρι τώρα καταστροφικές πολιτικές των μνημονίων.

Από άποψη όμως, στρατηγικής που είναι και το πιο κρίσιμο ζήτημα, αποσκοπούν στο να εδραιώσουν και να νομιμοποιήσουν αυτό που ήταν υπό διαρκή αίρεση καθόλη την περίοδο άσκησης της πολιτικής των μνημονίων, δηλαδή την υποτίμηση της χώρας σε σύμπνοια με κύκλους του χρηματοπιστωτικού, χρηματιστηριακού και τραπεζικού τομέα. Επιδίωξη τους είναι να ολοκληρωθεί και να επικρατήσει πλήρως η λαφυραγώγηση του δημόσιου πλούτου, η υποτίμηση και το μοντέλο μιας φτηνής χώρας για την Ελλάδα προκειμένου να επανεκκινήσει τελικά η χώρα από μια εξαιρετικά χαμηλή βάση για τις δυνάμεις της εργασίας, της παραγωγής και της δημιουργίας. 

Σε αυτές τις εκλογές θα πρέπει να ηττηθεί αυτή η στρατηγική της πλήρως υποτιμημένης και φθηνής χώρας. Δίνεται η δυνατότητα να εκκαθαριστεί αυτό το κρίσιμο πολιτικό ζήτημα που ως στρατηγικό παρακολούθημα έχει τις στρατηγικές επιδιώξεις του «συγκροτήματος των δανειστών».

Οι Έλληνες πολίτες οφείλουμε να αξιολογήσουμε τι πραγματικά διακυβεύεται στις 20 Σεπτεμβρίου. Μόνο ως προμετωπίδα τίθεται το ζήτημα αυτής της εκλογικής αναμέτρησης ως «Τσίπρας ή Μεïμαράκης;», «παλιό ή καινούργιο;». Είναι προφανές ότι με μια τέτοια εξέλιξη, θα βαθύνει περαιτέρω η πολιτική κρίση με ασταθείς Κυβερνήσεις συνασπισμών, η συνολική κρίση στη χώρα θα έχει απροσδιόριστο χρόνο λήξης και κάθε φορά θα έχουμε και μια νέα αναζήτηση πολιτικών ευθυνών για ένα νέο πρόγραμμα ενώ η ύφεση, η αποεπενδυση, η φτώχεια, η λιτότητα, η «άνεργη ανάπτυξη» και ο αποπληθωρισμός θα συνεχίζονται.

Το κυρίαρχο θέμα των επερχόμενων εκλογών είναι: δεδομένων των συνθηκών, να συμβάλλουμε με τη ψήφο μας σε μια προοδευτική ή σε μια συντηρητική κατεύθυνση για τη χώρα και την ελληνική κοινωνία, καθότι μια προοδευτική στάση σε κάθε εκλογική αναμέτρηση πρέπει να προσδιορίζεται αφενός από την αξιολόγηση των συνεπειών των προηγούμενων πολιτικών, ποιους ωφέλησαν και ποιους έβλαψαν αλλά και δεδομένων των συνθηκών και του παρόντος συσχετισμού δυνάμεων στη χώρα και στην Ευρωζώνη,  ποια συνιστά επιλογή προοδευτικής και ποια συντηρητικής κατεύθυνσης, για τη χώρα.

Με την ψήφο μας, επιλέγουμε να συμβάλλουμε και να διαμορφώσουμε τους όρους και να αγωνιστούμε προς μια προοδευτική κατεύθυνση για την πολιτική εξομάλυνση καθότι οι πολιτικές εξελίξεις βρίσκονται σε πολύ αρνητικό σημείο για το δημόσιο βίο.

Οι εκλογές στις ομαλές περιόδους της χώρας διεξάγονται για τρεις βασικούς λόγους: πρώτον, για μια νέα προσδοκία και αλλαγή πολιτικής δεύτερον, ως συνέχεια επιτυχούς διακυβέρνησης και τρίτον, ως εκκαθάριση προηγούμενων αρνητικών εξελίξεων.

Εν προκειμένω, στην παρούσα εκλογική αναμέτρηση, το ζήτημα αφορά την επιδίωξη εκκαθάρισης, διότι η Κυβέρνηση οδηγήθηκε σε αποτυχία στη διαπραγμάτευση και σε αρνητικές εξελίξεις, μια εκ των οποίων αφορά και την απώλεια της Κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.

Η χώρα απώλεσε την αυτονομία της ήδη από το 2010, με την καταστροφική επιλογή της τότε Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου, της ένταξης της χώρας στο ΔΝΤ και στα νεοφιλελεύθερα μνημόνια και είναι υπό την εποπτεία των δανειστών που συχνά λαμβάνει πλέον τον χαρακτήρα νέο-αποικιακών πρακτικών πολιτικής διακυβέρνησης.

Όλα αυτά αποτελούν σύμπτωμα της κρίσης που συνεχίζει να διέρχεται τόσο η Ευρωζώνη, όσο και η Ελλάδα. Και είναι πάγια η θέση μας από το 2010, για την προοδευτική έξοδο από την κρίση αλλά προς τον σκοπό αυτό, είναι απαραίτητοι δύο όροι και προϋποθέσεις: Η εδραίωση Κυβέρνησης δημοκρατικής πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας και η εξασφάλιση μέσω αυτής, μιας μακρόχρονης μεν, αλλά προοδευτικής πορείας για τη χώρα.

Θεωρούμε ανωμαλία την επιστροφή στις δυνάμεις που άσκησαν πολιτικές που αποτελούν βίωμα για κάθε ελληνική οικογένεια και οδήγησαν στην οικονομική και κοινωνική διάλυση, στην απώλεια μεγάλου μέρους του εθνικού πλούτου, στο κλείσιμο εκατοντάδων χιλιάδων επιχειρήσεων, στη δραματική μείωση των εισοδημάτων και στη φτωχοποίηση σημαντικό μέρος του πληθυσμού, που οδήγησαν 4 εκατομμύρια Έλληνες πολίτες κάτω από τα όρια της φτώχειας και 1.5 εκατομμύριο στην ανεργία, σε μετανάστευση χιλιάδες νέους επιστήμονες και σε κατάλυση της πολιτικής ισοτιμίας της χώρας έναντι των άλλων χωρών της Ευρωζώνης.

 Οι πολιτικές αυτές δυνάμεις αποτελούν μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης για τη χώρα και τις δυνάμεις της εργασίας, της παραγωγής και της δημιουργίας.

Οι πολιτικές δυνάμεις που ψήφισαν, στήριξαν και εφάρμοσαν νεοφιλελεύθερες πολιτικές, οδηγώντας σε μεγάλη βλάβη τη χώρα με απώλειες που ανέρχονται σωρευτικά στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα μαζί με την αξία των ακινήτων, της χρηματιστηριακής αξίας των δημόσιων φορέων και τραπεζών και τις απώλειες εισοδημάτων στο επίπεδο των εμπορικών αξιών στο 1 τρισεκατομμύριο ευρώ, επιδιώκουν και σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση να μην προκύψει από τις κάλπες μια σαφής πολιτική λύση, να αποπροσανατολίσουν και να αποποιηθούν τις ευθύνες τους για τα οικονομικά και κοινωνικά ερείπια στα οποία οδήγησαν τη χώρα και να μετατοπίσουν το πεδίο της αναμέτρησης από την ανάγκη για τη βιώσιμη έξοδο από την κρίση, σε αντεγκλήσεις καιροσκοπικού και προσωπικού χαρακτήρα.

Η επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση στις εθνικές εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου θα πρέπει να αποτελέσει αναφορά για την υπέρβαση κάθε τέτοιου είδους πολιτικής απάτης. Οι πρόθυμες πολιτικές ηγεσίες που συγκροτούν ένα βαθιά συντηρητικό μέτωπο με επιδιώξεις «παλινόρθωσης», σε αγαστή συνεργασία και με εγχώρια παρασιτικά οικονομικά συμφέροντα, επιχειρούν να εξομοιώσουν την από μέρους τους, προσχώρηση στην στρατηγική της λιτότητας και τα 5 χρόνια της ασκούμενης  μνημονιακής πολιτικής και των καταστροφικών τους συνεπειών με την αποτυχία της πολιτικής στρατηγικής της Κυβέρνησης Α. Τσίπρα για τη διαπραγμάτευση και της ακολουθούμενης διαπραγματευτικής της τακτικής, το τρέχον 8μηνο.

Η αποτυχία της διαπραγμάτευσης από την Κυβέρνηση επανέφερε στον αφρό της πολιτικής απάτης ορισμένες ηγεσίες των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Ορισμένοι ομιλούν για την πολιτική τους δικαίωση, όταν η πλειοψηφία των πολιτών βιώνει τη διάλυση που επέφεραν στη χώρα. Η πρακτική τους αυτή αξίζει μόνο τη χλεύη κάθε δημοκράτη πολίτη.

Είναι αναγκαίο να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους. Άλλο η προσχώρηση μιας προοδευτικής Κυβέρνησης σε μια συντηρητική πολιτική, άλλο η αποτυχία μιας προοδευτικής Κυβέρνησης έναντι αυτής. Είναι άλλο να ισχυρίζεσαι ότι αν δεν υπήρχαν τα μνημόνια, έπρεπε να τα εφεύρουμε και άλλο να  σου επιβάλλονται στα πλαίσια ενός ετεροβαρούς συμβιβασμού.

Θεωρούν ότι απευθύνονται σε πολίτες λωτοφάγους και αμνήμονες υπηκόους. Οι Έλληνες πολίτες και πάλι με τη ψήφο τους, θα τους διαψεύσουν.

Είναι αυτονόητη η κριτική προς την κυβερνητική πολιτική μιας προοδευτικής δύναμης όπως είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.

Όπως έχουμε ήδη επισημάνει, η πολιτική στρατηγική για τη διαπραγμάτευση και η διαπραγματευτική τακτική της Κυβέρνησης Α. Τσίπρα ήταν αναμενόμενο να αποτύχει διότι επέλεξε ως πολιτική στρατηγική την κρίση χρέους, ενώ το κυρίαρχο πρόβλημα της χώρας είναι η διάλυση της παραγωγικής της βάσης και η υποτίμηση που υπέστη στο σύνολο της η χώρα και ιδιαίτερα στην πραγματική Οικονομία. Αντί να απαιτήσει πόρους και ένα νέο σχέδιο «Μάρσαλ» για επανεκκίνηση της Οικονομίας, η Κυβέρνηση ενεπλάκη στη δημοσιονομική στρατηγική του Διευθυντηρίου της Ε.Ε. που έχει ως προτάγματα το έλλειμμα και το χρέος, δηλαδή τη στρατηγική της λιτότητας.

Όσον αφορά δε, στην ανερμάτιστη διαπραγματευτική τακτική της, η αποτυχία της Κυβέρνησης ήταν προφανής και με αρνητικές συνέπειες για τη χώρα και τις προοδευτικές δυνάμεις, ιδεολογικά και πολιτικά. Η εντολή του εκλογικού σώματος αφορούσε σε έναν έντιμο συμβιβασμό εντός Ευρωζώνης. Αυτός ήταν ο εθνικός στόχος. Η απόπειρα μεταβολής του στόχου οδήγησε στην αποτυχία. Σε κάθε διαπραγμάτευση ανάλογα με το στόχο, προσδιορίζεται και το αποτέλεσμα.

Η αποτυχία στην διαπραγμάτευση οδήγησε επίσης, σε σχίσμα στην κυβερνητική παράταξη και στη δημιουργία του νέου κόμματος Λαϊκή Ενότητα, από ορισμένα στελέχη με μία ευκαιριακή και ανάπηρη στρατηγική περί επιστροφής στο εθνικό νόμισμα που βασίζεται στο αυθαίρετο αξίωμα της ταύτισης του ευρώ με τον νεοφιλελευθερισμό και τα μνημόνια υποτίμησης. Το εν λόγω στρατήγημα έχει πήλινα πόδια καθότι η άνιση διανομή του πλούτου και η ανισότητα ανάμεσα στις χώρες της Ευρωζώνης δεν καθορίζεται από το νόμισμα αλλά από τις σχέσεις κυριαρχίας, πολιτικών παραγωγής, διανομής και συγκέντρωσης πλούτου και πλεονασμάτων σε βάρος ελλειμματικών χωρών και  περιοχών που δεν έχουν τις ίδιες παραγωγικές και αναπτυξιακές δυνατότητες για τη δημιουργία πλούτου και δίκαιης διανομής του.

Η πολυδιάσπαση μέρους των προοδευτικών δυνάμεων διευκολύνει την πλαγιοκόπηση και την εδραίωση των στρατηγικών των δανειστών και των «προθύμων» καθώς και την αποδιοργάνωση των κινημάτων που επιδιώκουν μια Ευρώπη της Ειρήνης, της Δημιουργίας, της πολιτικής και οικονομικής Ένωσης με Ισοτιμία και Δημοκρατία.

Απαραίτητοι όροι για την πραγματική ανασύνταξη της κοινωνίας και την ανασυγκρότηση της οικονομίας είναι η έμπρακτη πλέον άσκηση Πολιτικής, βασισμένης σε προοδευτικές αρχές και στον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων στην Ευρωζώνη και  όχι με απλή επίκληση τους καθώς και η επιστροφή στην πραγματική Οικονομία με παραγωγικό σχέδιο ανά κλάδο και ανά Περιφέρεια, με κατεύθυνση τη δημιουργία προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας και θέσεων εργασίας.

Το στρατηγικό πρόβλημα της χώρας δεν είναι το δημόσιο χρέος αλλά η επείγουσα ανάγκη για την ανοικοδόμηση της παραγωγικής της βάσης. Στα πλαίσια αυτά, έχουμε ήδη τονίσει ως θετική την απόφαση της Κυβέρνησης να ιδρύσει αναπτυξιακή Τράπεζα και θεωρούμε θετικό επίσης, ότι στην νέα προγραμματική της πρόταση πρώτη επιλογή αποτελεί πλέον, η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας που θέταμε ως κυρίαρχο θέμα εδώ και 5 χρόνια.

Η χώρα χρειάζεται Κυβέρνηση που θα στραφεί από τη δημοσιονομική καθήλωση στην αντιμετώπιση της διάλυσης της παραγωγικής βάσης της χώρας και στην αντιμετώπιση της ανεργίας. Ένα επιμέρους μόνο θέμα αυτής της στρατηγικής, πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους με ρήτρα ανάπτυξης και εξαγωγών.

Η χώρα χρειάζεται μια προοδευτική σταθερή Κυβέρνηση με σχέδιο, προοπτική, επάρκεια και ικανότητες, με σαφείς απαντήσεις και λύσεις για να γυρίσει σελίδα.

Χρειάζεται διορθωτική πορεία, μια προοδευτική πολιτική που θα προωθεί αλλαγές και θα απομονώνει τη συντήρηση και τις καταστροφικές δυνάμεις του μονόδρομου. Αλλά επίσης, είναι προφανές ότι χρειάζεται ανασύνταξη των προοδευτικών και των αντί-νεοφιλελεύθερων δυνάμεων σε μια θετική κατεύθυνση.

Η χώρα πρέπει να αποκτήσει σαφή διακυβέρνηση που θα έχει την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού και θα διαμορφώσει μια κουλτούρα συνέπειας και έμπρακτης απόδειξης λόγων.

Τέλος, θα πρέπει να μιλήσουμε για την «ταμπακέρα». Ορισμένοι και από πρόθεση αλλά και από έλλειψη σχεδίου και οδικού χάρτη για την επόμενη μέρα των εκλογών σε συνεργασία με τα ΜΜΕ και όχι μόνο, την αποσιωπούν.

Ύστερα από το στραπάτσο που υπέστη το Διευθυντήριο της Ε.Ε. με την ανοιχτή επέμβαση πολιτικών παραγόντων από την Ευρωζώνη για το περιεχόμενο του Δημοψηφίσματος, είναι πλέον, άκρως διακριτική η στάση τους στις επερχόμενες Εθνικές Εκλογές που αποτελούν συνέχεια του διαρκούς πειράματος για το «ελληνικό ζήτημα» και τη νέα τροπή του.

Τρία είναι τα καθοριστικά ζητήματα στρατηγικής που η εξέλιξη τους θα κριθεί από το εκλογικό αποτέλεσμα. Τα δύο αποτελούν δεδομένα και από την προηγούμενη πενταετία των μνημονιακών κυβερνήσεων. Και αυτά είναι η νεοφιλελεύθερη στρατηγική και η στρατηγική της λιτότητας και η επιδίωξη εδραίωσης τους. Το τρίτο και «νέο» σε αυτές τις εκλογές αποτελεί η ενσωμάτωση των προοδευτικών, αντί-μνημονιακών και αντί-νεοφιλελεύθερων πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που έμπρακτα αμφισβήτησαν την εδραίωση αυτής της στρατηγικής.

Η ταμπακέρα αφορά την εδραίωση και την ενσωμάτωση του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας, κύρια και καθοριστικά.

Διότι είναι μεγάλο το πολιτικό και οικονομικό πρόβλημα που δημιούργησε η ηγεσία του Βερολίνου στην Ευρωζώνη όπου ήδη έχουμε μέσα σε 7 χρόνια με την εμμονή στη δημοσιονομική στρατηγική των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, του δημόσιου χρέους και της λιτότητας, διπλή ύφεση, αποτυχία στην πολιτική του «σκληρού ευρώ» και πλέον με τη νέα υποτίμηση του κινέζικου «γουάν», η Ευρωζώνη μπαίνει σε μια νέα περίοδο κάμψης της ανταγωνιστικότητας της έναντι άλλων οικονομιών. Και προσπαθούν να διασώσουν ως κόρη οφθαλμού για τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και ταυτότητα τους, τη στρατηγική της λιτότητας και της υποτίμησης που οδήγησε σε διάλυση την πραγματική οικονομία τόσο της Ελλάδας όσο και άλλων χωρών της Ευρωζώνης.

Για τον εν λόγω σχεδιασμό διαθέτουν συμμάχους στην Ελλάδα. Τα κόμματα που μέχρι τώρα συμμάχησαν μαζί τους στη διάλυση της χώρας και πολιτικά πρόσωπα όπως οι Γ. Παπανδρέου, Β. Βενιζέλος, Α. Σαμαράς, Β. Μεïμαράκης, Φ. Γεννηματά και Στ. Θεοδωράκης.

Με συμμάχους επίσης, στα ΜΜΕ στη διαπλοκή και στην παρασιτική οικονομία επιδιώκουν στο κυβερνητικό επίπεδο την επομένη των εκλογών, να μην υπάρχει σαφής πολιτική λύση στη χώρα, προκειμένου να προωθήσουν μεγάλους ή μικρούς συνασπισμούς εδραίωσης και ενσωμάτωσης σε συντηρητικές πολιτικές.

Παρασκηνιακά τόσο κύκλοι των δανειστών όσο και των «προθύμων» προβάλλουν ότι έχουν τον έλεγχο των πολιτικών εξελίξεων και προωθούν ως αναγκαίες τις Κυβερνήσεις συνεργασίας και ότι είναι άμεσα απαραίτητοι και οι «πρόθυμοι» ενόψει της αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους και της διευθέτησης των κεφαλαιακών αναγκών των ελληνικών τραπεζών.

Έχουν τεράστια στρατηγική σημασία επίσης, αυτές οι εκλογές για τις προοδευτικές και ριζοσπαστικές δυνάμεις ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό και τη στρατηγική της λιτότητας υπέρ της ανάπτυξης και της δημιουργίας στη χώρα και αφορά επίσης, την ταμπακέρα το αν οι επιλογές του εκλογικού σώματος θα είναι σε προοδευτική ή σε συντηρητική κατεύθυνση.

 Οι δυνάμεις της συντήρησης και της προόδου δεν είναι σχήμα λόγου στην επικείμενη αναμέτρηση και επιμέρους συσπειρώσεις δεν πρέπει να εμποδίσουν τη μεγάλη συγκέντρωση δυνάμεων προς την προοδευτική κατεύθυνση.

Επιδίωξη επίσης, όλου αυτού του συγκροτήματος του μνημονίου και του νεοφιλελευθερισμού είναι η συνέχιση της πολιτικής κρίσης μέχρι να επιβάλλουν τη δική τους πολιτική λύση στη χώρα και ως λύση πλυντήριο και παράλληλα με τη συνέχιση της οικονομικής κρίσης, της ύφεσης,  της από-επένδυσης και της ανάγκης για νέο δανεισμό της χώρας, για να είναι σε διαρκή διπλή εποπτεία, πολιτική και οικονομική. Για να δικαιωθεί ο μονόδρομος μιας πρωτοφανούς κοινωνικής και πολιτικής αποτυχίας σε όλη την Ευρωζώνη.

Το νέο μνημόνιο -με το οποίο είμαστε προφανώς αντίθετοι- για το Διευθυντήριο και το «μπλοκ των προθύμων» είναι ένα μέρος αυτού όλου του σχεδιασμού. Η μεγάλη εικόνα αφορά ή το νεοφιλελεύθερο σχέδιο τους και τη στρατηγική της λιτότητας ή τη θέληση μας για αλλαγή πορείας της χώρας προς την ανάπτυξη, την παραγωγή, την αύξηση του ΑΕΠ που οδήγησαν σε καταβαράθρωση οι δήθεν «σωτήρες» και οι «δικαιωμένοι».

Χρειάζεται κάθε προοδευτικός πολίτης να διαθέσει όλες του τις δυνάμεις για μια διορθωτική πορεία καθότι από αυτή την αρνητική εξέλιξη, το προοδευτικό κίνημα είναι σε δυσμενέστερη θέση από ότι τον Ιανουάριο του 2015 γιατί είναι άλλο πράγμα η αποτυχία και άλλο πράγμα η εδραίωση των δυνάμεων που οδήγησαν σε διάλυση τη χώρα.

Δυστυχώς σε αυτές τις εκλογές δεν έχουμε μόνο ευθύνη να αναδείξουμε μια προοδευτική κυβέρνηση και να οδηγήσουμε σε εξομάλυνση την πολιτική κατάσταση λόγω αυτών των αρνητικών προηγουμένων αλλά οφείλουμε να οδηγήσουμε ξανά σε ήττα τους πρόθυμους και να επιβεβαιώσουμε ως θέση απέναντι στην επιχείρηση διαρκής ηγεμόνευσης της χώρας από το διευθυντήριο της ΕΕ ότι ό νεοφιλελευθερισμός και η στρατηγική της λιτότητας δεν είναι αήττητοι και ότι η χώρα δε θα γίνει μια οικονομική ζώνη φτηνής εργασίας και φτηνών προϊόντων.

 Και εν προκειμένω οι ευθύνες της Κυβέρνησης Α. Τσίπρα είναι σημαντικές και πρέπει να τεθούν τα θέματα αυτά στην προεκλογική εκστρατεία, για το τι δηλαδή διακυβεύεται επί της ουσίας και όχι ως προς το φαίνεσθαι του τύπου «Τσίπρας ή Μεïμαράκης», «παλιό ή καινούργιο».

Διότι η χώρα και οι προοδευτικές δυνάμεις πρέπει να μην έχουμε ξανά αποτυχημένες πολιτικές, ανακολουθίες και ψεύδη, όπως στη διαπραγμάτευση και να διέλθουμε επιτυχώς αυτή τη δοκιμασία, δηλαδή σε μια προοδευτική κατεύθυνση και με ήττα του «συντηρητικού συνασπισμού».

Την επομένη των εκλογών όλες οι πρωτοβουλίες θα πρέπει να στραφούν στην πραγματική Οικονομία, στην παραγωγή, στις θέσεις εργασίας, στα εισοδήματα, στην παραγωγή πλούτου και στην καινοτομία. Ο εν λόγω οδικός χάρτης και δρόμος δεν είναι εύκολος και δε βοηθούν στην ευόδωση του, τακτικές που δημιουργούν ερωτηματικά και αναξιοπιστία ούτε και αλληλοσυγκρουόμενες και ανεπεξέργαστες πολιτικές θέσεις για κρίσιμα ζητήματα που προκαλούν σύγχυση στους πολίτες.

Η χώρα χρειάζεται κουλτούρα δημοκρατικής πλειοψηφίας και μεταβατικές συμφωνίες στη βάση του συσχετισμού δυνάμεων καθώς και ένα 5ετές μεταβατικό πρόγραμμα ανασύνταξης της χώρας, όπου η πρώτη φάση θα μπορούσε να είναι η αποπληρωμή της τελευταίας δόσης του δανείου στο ΔΝΤ.

Η χώρα χρειάζεται μια σταθερή προοδευτική Κυβέρνηση που να συνδέεται με την Οικονομία, τις ανάγκες της πλειοψηφίας των πολιτών και την έξοδο από την κρίση και που θα συμβάλλει σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε μια κοινά αποδεκτή δημοσιονομική  πολιτική με βάση τις πραγματικές δυνατότητες των χωρών-μελών της Ε.Ε. και με αντίστοιχες μεταβιβάσεις από τις πλεονασματικές χώρες στις ελλειμματικές. Που θα συμβάλλει στην προώθηση από κοινού με άλλες Κυβερνήσεις στην Ε.Ε. για συνολική λύση της ευρωπαϊκής κρίσης καθώς και στην  πολιτική ομοσπονδοποίηση της Ευρωζώνης και στην εμβάθυνση της πολιτικής ένωσης στην Ε.Ε. καθώς αυτό το ζοφερό περιβάλλον συνδέεται κυρίαρχα με την διασπασμένη Ευρωζώνη των πολλών ταχυτήτων που είναι πλέον πλήρως υπονομευμένη διεθνώς, ως ήπιας δύναμης και ευημερίας, ένωση ισότιμων κρατών.

Οι πολίτες θα επιλέξουμε με βάση τα συμφέροντα της χώρας μας και του ελληνικού λαού και όχι με τα συμφέροντα των κερδοσκόπων, των τραπεζιτών, της διαπλοκής και της ευρωπαϊκής και εγχώριας ολιγαρχίας.

Έχουμε τη δυνατότητα ως λαός και ως χώρα να βαδίσουμε σε μια δημοκρατική και προοδευτική λύση, με σχέδιο και προοπτική.

Αφήνουμε στην άκρη την απάθεια. Όχι στο Λευκό και στο Άκυρο. Συμμετέχουμε με τη ψήφο μας και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη.


Ως πολίτες, έχουμε το λόγο.